μετάλλα — μετάλλᾱ , μεταλλάω search carefully pres imperat act 2nd sg μετάλλᾱ , μεταλλάω search carefully imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μέταλλα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 260 μ., 275 κάτ.) του νομού Σερρών. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, στις δυτικές απολήξεις του Μενοικίου όρους, 21 χλμ. Α της πόλης των Σερρών. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Εμμανουήλ Παππά … Dictionary of Greek
μέταλλα — μέταλλον mine neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ευγενή μέταλλα — Είναι τα μέταλλα χρυσός, άργυρος, λευκόχρυσος και τα μέταλλα της ομάδας του λευκόχρυσου (ιρίδιο, όσμιο, παλλάδιο, ρόδιο και ρουθήνιο), που οφείλουν την ονομασία τους στη μεγάλη χημική σταθερότητά τους. Επιπλέον, ο χρυσός, ο άργυρος και ο… … Dictionary of Greek
αλκαλικά μέταλλα — Ομάδα χημικών στοιχείων (η 1η του περιοδικού συστήματος). Περιλαμβάνει το λίθιο, το νάτριο, το κάλιο, τορουβίδιο και το καίσιο … Dictionary of Greek
μεταλλάξουσι — μεταλλά̱ξουσι , μεταλήγω leave off aor subj act 3rd pl (epic doric) μεταλλά̱ξουσι , μεταλήγω leave off fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) μεταλλά̱ξουσι , μεταλήγω leave off fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταλλάξουσιν — μεταλλά̱ξουσιν , μεταλήγω leave off aor subj act 3rd pl (epic doric) μεταλλά̱ξουσιν , μεταλήγω leave off fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) μεταλλά̱ξουσιν , μεταλήγω leave off fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταλλάτω — μεταλλά̱τω , μετάλλατος to be searched out masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric) μεταλλά̱τω , μετάλλατος to be searched out masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) μεταλλά̱τω , μεταλλάω search carefully pres imperat act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταλλαξομένων — μεταλλᾱξομένων , μεταλήγω leave off fut part mid fem gen pl (doric) μεταλλᾱξομένων , μεταλήγω leave off fut part mid masc/neut gen pl (doric) μεταλλάσσω change fut part mid fem gen pl μεταλλάσσω change fut part mid masc/neut gen pl μεταλλάσσω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταλλαξάμενον — μεταλλᾱξάμενον , μεταλήγω leave off aor part mid masc acc sg (doric) μεταλλᾱξάμενον , μεταλήγω leave off aor part mid neut nom/voc/acc sg (doric) μεταλλάσσω change aor part mid masc acc sg μεταλλάσσω change aor part mid neut nom/voc/acc sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)